Παρασκευή 2 Δεκεμβρίου 2022

Το ΕΣΥ που δεν έγινες ΠΟΤΕ



Γνώρισε διαδρομή 40 ετών.

Όταν, τότε, μια κυβέρνηση με διακηρυγμένες προθέσεις κοινωνικής πολιτικής σχεδιάζει και βάζει σε εφαρμογή ένα σύστημα δευτεροβάθμιων υγειονομικών υπηρεσιών, εκείνο της αναδιοργάνωσης των νοσοκομείων μας. Κατά μίμηση του πρότυπου βρετανικού συστήματος υγείας που ήδη είχε συμπληρώσει 40 χρόνια λειτουργίας, αλλά και συνεχούς (!) αξιολόγησης και μετεξέλιξης.  




Που δεν έγινε όμως ποτέ ακριβώς Εθνικό Σύστημα Υγείας, αφού άφησε απ’ έξω την αναδιοργάνωση των υπηρεσιών υγείας πρώτου βαθμού.

Και στα δυο επίπεδα η μέχρι τότε κατάσταση ήταν πρωτόγονη και αναξιοπρεπής. Τον πρώτο λόγο στην προσέγγιση του αρρώστου είχε ο γιατρός της περιοχής, εφόσον το σήκωνε η τσέπη του, διαφορετικά, ο ασθενής συχνά θα έφτανε στο νοσοκομείο όταν θα ήταν ήδη πολύ αργά. Η παρακολούθηση των χρόνιων παθήσεων στις δομές του ΙΚΑ, πέρα από την αναμονή, συντηρούσε και το φαινόμενο του «λαδώματος» για ευνοϊκότερη μεταχείριση.

Το νέο ΕΣΥ, έστω και περιορισμένο στα όρια των νοσοκομείων, περιλάμβανε ωστόσο θεσμικά όργανα από το ίδιο το σώμα των υγειονομικών, που ρόλος τους ήταν να εντοπίζουν τα προβλήματα και να προτείνουν τις δέουσες αλλαγές. Οι λειτουργίες αυτές ατόνησαν και εκφυλίστηκαν είτε γιατί εξαντλούνταν στα πλαίσια ενός προβληματικού συστήματος, είτε γιατί οι (εκλεγμένοι) μετέχοντες συχνά κινούνταν από ιδιοτελείς βλέψεις, συμβατές με την παράταξη που πρόσκεινταν. Η διαρκής υποχρηματοδότηση και η υποστελέχωση έφεραν τα νοσοκομεία μας στην κατάσταση που ξέρουμε, με το τελειωτικό χτύπημα απ’ την οικονομική κρίση και την πανδημία.

Η πορεία της παρακμής και του ξεπεσμού φαινόταν προδιαγεγραμμένη στο βαθμό που

1)      το ΕΣΥ δεν αντιμετώπισε παράλληλα, και με τον ίδιο ζήλο και τη μέριμνα, την ανάγκη ενός συμπληρωματικού προς τα νοσοκομεία  πρωτοβάθμιου συστήματος ιατρικών υπηρεσιών, με αποτέλεσμα τη συσσώρευση ορδών ασθενών χωρίς επείγον πρόβλημα στις εφημερίες των επειγόντων, και

2)      έλειψε ο σχεδιασμός παρακολούθησης, αναπροσαρμογής και διασύνδεσης του υπάρχοντος δικτύου των νοσοκομειακών μονάδων, ώστε τα περιστατικά να λιμνάζουν στα κλινικά τμήματα σε αναμονή ειδικών εξετάσεων και θεραπειών (καρκινοπαθείς), καθιστώντας την περίθαλψή τους αδικαιολόγητα παρατεταμένη και επόμενα δαπανηρή και σπάταλη.

3)      η αξιολόγηση των προτεραιοτήτων από τα όργανα του ιατρικού σώματος της κάθε μονάδας υπονομεύτηκε από ατομικά συμφέροντα και πολιτικές συμπαρατάξεις

4)      δε λειτούργησε το αναγκαίο feedback μεταξύ μονάδων και κυβερνητικών αρμοδίων


Αυτή τη νοσηρή κατάσταση υπόσχεται υποκριτικά πως σκοπεύει να λύσει το νέο νομοσχέδιο, θέτοντας τις πληρωμένες απ’ τον εργασιακό μας βίο νοσοκομειακές δομές και υπηρεσίες στη διάθεση, τις κερδοσκοπικές βλέψεις και την εκμετάλλευση από ιδιωτικούς ατομικούς ή εταιρικούς φορείς. Εξωθώντας το υπάρχον υγειονομικό προσωπικό, με τις ισχνές αμοιβές εν μέσω εξαντλητικών όρων εργασίας (ποιος να τους το ‘λεγε) που δεν τους αποδίδουν ούτε καν την αντίστοιχη με τους κόπους τους ικανοποίηση της ποιότητας της δουλειάς τους, να αυξήσουν παραπέρα τον εργασιακό τους χρόνο και να δελεαστούν από πρόσθετες του μισθού τους αμοιβές, νόμιμες ή παράτυπες. Ποια τύχη προοιωνίζουν αυτά για τον μελλοντικό ασθενή;

Στην κοινή γνώμη αυτό που επικρατεί είναι ένα συνεχές, μια αίσθηση διαρκούς ματαιότητας, όσο οι ευκαιριακές αντιπαραθέσεις και η επανάληψή τους στην καθημερινότητα τους στερεί την ουσία, άρα και το ενδιαφέρον, καταλήγοντας σε στάση υποταγής. Αυτή η άκαρπη, αμυντική και απαντητική πρακτική ας πάρει τέλος κάποτε. Ο πολίτης πρέπει να μάθει τι σύστημα υγείας δικαιούται και με ποια μέτρα είναι δυνατό να πραγματωθεί.

Ο κόσμος θα συνεχίσει να κρατά αυτή την στάση, όσο δεν του γίνεται σαφές και κατανοητό κάτω από  ποιους ακριβώς ΑΠΑΡΑΒΑΤΟΥΣ όρους μπορεί να αποκτήσει ποτέ την περίθαλψη που πληρώνει και δικαιούται να απολαμβάνει. Ένα επεξεργασμένο συνολικό πρόγραμμα για την Υγεία πρέπει να γίνει κτήμα και διεκδίκηση του καθενός, καθώς είναι μοιραίο αργά ή γρήγορα να βρεθούμε στην ανάγκη του. Μέσα απ’ τις σημερινές αναξιοποίητες δυνατότητες της ψηφιακής επικοινωνίας, γιατί όχι. Με διαρκή διαβούλευση. 

Και τούτο δεν αφορά μόνο την Υγεία. 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου